[Mία ευγενική προσφορά του alepounews]
Μετά από κάποιες παρακλήσεις των φίλων εξ ελλάδος για τα κυπριακά που γράφουμε (και επειδή ο νούρος του σιήλλου δεν ισσιώνει), εδώ Ελλάδα πάμε και αντί να μιλάμε την δημοτική ελληνική όπως κάνουν όλοι εμείς θέλουμε σώνει και καλά να μάθουν όλοι κυπριακά.Θα ξεκινήσω ένα λεξικό της κυπριακής γλώσσας....
γαρίλλα: τσίπλανίβκουμαι: νίβομαι
στράτα: δρόμος
highway: αυτοκινητόδρομος καθώς επίσης κάποιοι εννοούν και την λεωφόρο
τζιηζσβές: μπρίκι
μαντιλιά: πετσέτα
κουτσακοτήρι: μανταλάκι
άππππαρος: σημαίνει άλογο αλλά επίσης και σιδερώστρα
αχάπαρος: αυτόσ που δεν έχει ιδέα (χρησιμοποιείται επίσης και το δεν έχεις υπόθεση, έισαι ανυπόθετος)
πεζίνα: βενζίνη ή βενζινάδικο
ψουμί: ψωμί
σλάϊς: από το αγγλικό slice που σημαίνει φέτα και το χρησιμοποιούμε για το ψωμί τοστ
πότσα: μπουκάλα
τττενεκκκκούι: κουτάκι αναψυκτικού
ττττενεκκές: κάλαθος αχρήστων
τάσπιν: κάλαθος αχρήστων επίσης
σιακατούριν: κατηφόρα (πολύ σπάνια θα το ακούσετε)
διχάλι: δρόμος ο οποίος καταλήγει σε δύο κατευθύνσεις
μπακκίρα: παλιό νόμισμα κυπριακής δημοκρατίας
πλακουδκιανός σωλήνας: οβάλ σωλήνας (άκουσα το χθες)
εκτές: χθες
τζιήνι: εκείνη
τζιήνος: εκείνος
τζιηνιός: κυνηγός (χρησιμοποιείται και για το ψάρι)
ψαροτζιηνιός: ψαροτουφεκός (το λενε οι παλιοί)
ορφός: ροφός
τζιέφαλος: κέφαλος
σημαδούρα: πλωτήρας
λάστικα: λάστιχα
εσσιέξηξη: το λέμε όταν κάτι δεν μας βγήκε σε καλό
σσσιοινούι: σχοινάκι
καρούλι σσσιοινούι: μπομπίνα για σχοινάκι μουλινέ
μασσσιαίρι: μαχαίρι
γαντουδκια: γάντια
κλατσούδκια: κλατσάκια
βέρκα: βέργα
κλιπς: σφικτήρες
φανάρι: φακός
τττόρος: πετσέτα θάλασσας ή μπάνιου
δακάτω= εδώ κάτω
δαπάνω= εδώ πάνω
τζικάτω = εκεί κάτω
τζιπάνω = εκεί πανω
Μινέρι = Μαγιάτικο
Σορκός = Σαργός
ποτζει = από εκεί
ποδά = από εδώ
ψάρκα = ψάρια
ψαρκά = ψαριά
τσιακούιν=σουγιάς
γαρίλλα: τσίπλανίβκουμαι: νίβομαι
στράτα: δρόμος
highway: αυτοκινητόδρομος καθώς επίσης κάποιοι εννοούν και την λεωφόρο
τζιηζσβές: μπρίκι
μαντιλιά: πετσέτα
κουτσακοτήρι: μανταλάκι
άππππαρος: σημαίνει άλογο αλλά επίσης και σιδερώστρα
αχάπαρος: αυτόσ που δεν έχει ιδέα (χρησιμοποιείται επίσης και το δεν έχεις υπόθεση, έισαι ανυπόθετος)
πεζίνα: βενζίνη ή βενζινάδικο
ψουμί: ψωμί
σλάϊς: από το αγγλικό slice που σημαίνει φέτα και το χρησιμοποιούμε για το ψωμί τοστ
πότσα: μπουκάλα
τττενεκκκκούι: κουτάκι αναψυκτικού
ττττενεκκές: κάλαθος αχρήστων
τάσπιν: κάλαθος αχρήστων επίσης
σιακατούριν: κατηφόρα (πολύ σπάνια θα το ακούσετε)
διχάλι: δρόμος ο οποίος καταλήγει σε δύο κατευθύνσεις
μπακκίρα: παλιό νόμισμα κυπριακής δημοκρατίας
πλακουδκιανός σωλήνας: οβάλ σωλήνας (άκουσα το χθες)
εκτές: χθες
τζιήνι: εκείνη
τζιήνος: εκείνος
τζιηνιός: κυνηγός (χρησιμοποιείται και για το ψάρι)
ψαροτζιηνιός: ψαροτουφεκός (το λενε οι παλιοί)
ορφός: ροφός
τζιέφαλος: κέφαλος
σημαδούρα: πλωτήρας
λάστικα: λάστιχα
εσσιέξηξη: το λέμε όταν κάτι δεν μας βγήκε σε καλό
σσσιοινούι: σχοινάκι
καρούλι σσσιοινούι: μπομπίνα για σχοινάκι μουλινέ
μασσσιαίρι: μαχαίρι
γαντουδκια: γάντια
κλατσούδκια: κλατσάκια
βέρκα: βέργα
κλιπς: σφικτήρες
φανάρι: φακός
τττόρος: πετσέτα θάλασσας ή μπάνιου
δακάτω= εδώ κάτω
δαπάνω= εδώ πάνω
τζικάτω = εκεί κάτω
τζιπάνω = εκεί πανω
Μινέρι = Μαγιάτικο
Σορκός = Σαργός
ποτζει = από εκεί
ποδά = από εδώ
ψάρκα = ψάρια
ψαρκά = ψαριά
τσιακούιν=σουγιάς
0 σχόλια
Δημοσίευση σχολίου